Παρακαλώ συμπληρώστε την παρακάτω φόρμα με το αίτημά σας και σύντομα θα έρθουμε σε επικοινωνία μαζί σας.
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ*
Invalid Input

EMAIL*
Invalid Input

ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Invalid Input

ΘΕΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Invalid Input

Μήνυμα
Invalid Input

Τα πεδία με * είναι υποχρεωτικά

Βιογραφικό

Ο Πάρις Τακόπουλος γεννήθηκε το έτος της Οικονομικής Κρίσεως του 1930, τον λεοντικό μήνα του Αυγούστου, από πατέρα Κωνσταντινοπολίτη με καταγωγή από το Βογατσικό, και μητέρα Αραχωβίτισσα, από τις Καρυές Λακεδαίμονος, το γένος Διαμαντούρου.

Τελείωσε το Δημοτικό στη Σχολή Τυχοπούλου, παρά την πλατεία Αγάμων (νυν Αμερικής) απ’ όπου μετεπήδησε, με τον μεγαλύτερο αδελφό του, Γιώργο, εις το Λεόντειον Λύκειο Πατησίων, των Φρερ Μαρίστ, αρκετά χρόνια προ Χριστόδουλου. Εκεί χάρις στον Φρερ Προσπέρ κι ιδιαίτερα τον Φρερ Νταμασέν έμαθε ν’ αποστηθίζει Ρασίν, Κορνέιγ αλλά και Μολιέρο.

Τη μουσική του εκπαίδευση, προ Φρερ Πασκάλ, είχε αναλάβει περισσότερο ο πατέρας του, ο οποίος ήταν, μικρός, αριστερός ψάλτης στην Αγία Τριάδα της Πόλης, και λιγότερο η σοπράνο μητέρα του, μαθήτρια του Φαραντάτου, που έπαψε να τραγουδάει και να παίζει πιάνο μετά τον γάμο της, με αποτέλεσμα να παραμείνει ο γιος της βαρύτονος και λιγάκι παράφωνος.

Από το 1946 ο Πάρις Τακόπουλος εφοίτησε εις τη μεγάλη του αγγλικού γένους σχολή, φιλίας και ποιήσεως, του Eddie Duckworth, στην οποία παρέμεινε επί πενήντα πέντε χρόνια έως την ημέρα του θανάτου του Eddie, που τον εμύησε, όχι μόνο στον Σαίξπηρ και τον T.S. Eliot, αλλά και στη σύγχρονη τζαζ και ζωγραφική.

Το 1948 μετέβη για ένα χρόνο στην Αγγλία, όπου μετά από φροντιστηριακές σπουδές πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις που έδωσε στο London University, στο οποίο όμως δεν φοίτησε ποτέ, γιατί προτίμησε να γυρίσει στην Ελλάδα, όχι τόσο για να σπουδάσει εκεί, όσο για να συνεχίσει τη συγγραφική του δουλειά. Από το Λονδίνο έστελνε καλλιτεχνικές ανταποκρίσεις με το ψευδώνυμο Π.Ο.Τ. στην Ελληνική Δημιουργία (ίδε τόμος Γ' σελ. 650-654 και 843-846 και τόμος Ε' σελ. 394-396).

Το 1950 μπήκε στην Πάντειο και μετά από τριετείς επιτυχείς σπουδές την τέλειωσε χωρίς να πάρει δίπλωμα, πρώτον γιατί η στρατιωτική του αναβολή λόγω σπουδών δεν ανανεώθηκε, και δεύτερον γιατί προείχε γι’αυτόν η συγγραφή του πρώτου μυθιστορήματος του Κλεινόν Άστυ, πράγμα που επλήγωσε τους γονείς του περισσότερο απ’ όσο η Ελλάδα τον Σεφέρη.

Από το 1953 έως το 1956 υπηρέτησε στο Ναυτικό, ως σημαιοφόρος στη θέση διερμηνέως-αλληλογράφου του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, στον οποίο προσέφερε έκτοτε τη βοήθειά του, παραμείνας συνεργάτης και φίλος του, ιδιαίτερα τα χρόνια της Επταετίας, μέχρι και την παραμονή της μέρας του θανάτου του, όταν ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος υπέγραψε στο γραφείο του την τελευταία ξένη επιστολή του.

Από το 1950 και μετά εργάστηκε ως αντιπρόσωπος και ασφαλιστικός πράκτωρ, μέχρι το 1963, οπότε του ανετέθη η διεύθυνσις μιας επιχειρήσεως, θέση στην οποία παρέμεινε (σχεδόν ανελλιπώς) έως το 1995. Το 1965 αντιμετώπισε μια δική του κρίση, με μουσική του συντροφιά τον Ulysses του Τζόυς, την Alice in Wonderland του Λούις Κάρολλ, και μερικές φίλες φιάλες. Χάρις στη συγγραφή του «Μόνικιν» και στη μετάβασή του επί ένα τρίμηνο στην Αφρική (όπου τον είχαν καλέσει οι αδελφικοί του φίλοι, Billie, αδελφή του Eddie Duckworth, κι ο άντρας της Captain Newton), κατόρθωσε να ξεπεράσει κι αυτή την κρίση.

Διετέλεσε επί ένα έτος, από το 1966 έως τον Απρίλιο του 1967, εργαζόμενος καθημερινώς επί δεκαοκταώρου βάσεως, γενικός γραμματεύς των Νέων Ελληνικών, των Ηρακλή και Ρένου Αποστολίδη, όπου κρατούσε και την κριτική στήλη θεάτρου. Το 1974, μετά την επανέκδοση της Καθημερινής, του ανετέθη η διεύθυνσις των καλλιτεχνικών σελίδων της. Στη θέση αυτή έμεινε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο εκτός από τη συντονιστική εργασία, και καθημερινή συνεργασία, που είχε με το επιτελείο, το οποίο είχε διαλέξει ο ίδιος (Στάθης Δρομάζος, Αλέξης Διαμαντόπουλος, Γιάννης Μπακογιαννόπουλος, Σούλα Αλεξανδροπούλου, Μάρκος Δραγούμης, Καίτη Ρωμανού, Βεατρίκη Σπηλιάδη, Μαρία Πρωτογύρου, Έλλη Σολομωνίδη-Μπαλάνου, Σοφία Ζαραμπούκα και Γιώργος Γκίκας), έγραφε και την καλλιτεχνική αρθρογραφία. Από την καλλιτεχνική διεύθυνση της Καθημερινής απεχώρησε, ο ίδιος, διά να μπορέσει ως Πάρις να παραμείνει – όπως και παρέμεινε – φίλος της Ελένης και του εαυτού του. Κατά την περίοδο εκείνη και μέχρι σήμερα, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και το Θέατρο Τέχνης, στο Διοικητικό Συμβούλιο του οποίου είναι και σήμερα μέλος, χωρίς να γνωρίζει εάν θα είναι αύριο.

Το 1974 γνωρίστηκε με τον Graham Greene και τον αδελφό του Sir Hugh, του οποίου υπήρξε μοναδικός μάρτυς στα Αγγλικά και best man στα Ελληνικά, στον τελευταίο του γάμο. Έκτοτε έγινε επίτιμο μέλος και φίλος όλης της οικογένειας των Greenes. Από το 1974 έως σήμερα κρατάει, όποτε μπορεί, τη θέση του κριτικού θεάτρου στα Πολιτικά Θέματα του Κώστα Κύρκου. Εκεί έγραψε, τα πρώτα έτη, και τα «Αντιακαδημαϊκά» του, με την υπογραφή «Λέων».

Το 1992 ίδρυσε, μαζί με τον Βασίλη Παπαβασιλείου, τον Μέντη Μποσταντζόγλου, τον Γιώργο Διαλεγμένο, τον Δημήτρη Μυταρά και τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, το Νέο Θέατρο, με Πρόεδρο τον τελευταίο, και Διευθύνοντα Σύμβουλο τον εαυτό του. Σκοπός αυτού του Θεάτρου ήταν η προώθησις του ελληνικού λόγου και καθετί νέου στο θέατρο απ’ όλη την Ελλάδα, και ιδιαίτερα, όπως είχε παρατηρήσει ο Eddie Duckworth (ίδε Το Νεοελληνικό Θέατρο και Πώς να το Αποκτήσετε): η προώθησις του δικού του έργου. Η δουλειά του Νέου Θεάτρου και των συνεργατών του παρουσιάστηκε επί δύο χρόνια στο Θέατρο Κολλεγίου, στο Αμερικανικό Κολλέγιο απ’ όπου ξεκίνησε την προσπάθεια και τους αγώνες του ο Κάρολος Κουν. Το Νέο Θέατρο δεν θα ήταν δυνατόν να υπάρξει χωρίς την παραχώρηση του θεάτρου του από τον Διευθυντή του Κολλεγίου Walter Mc Cann και την ποιήτρια γυναίκα του, Alba, και τη συμπαράσταση του Νικηφόρου Διαμαντούρου, ο οποίος τότε είχε την πρώτη του επιτυχία, ως συνήγορος του Θεάτρου.

Το 2000 γνωρίζεται με τον Χάρολντ Πίντερ, με τον οποίο τον ενώνει όχι μόνο το κοινό έτος γεννήσεως και των δύο, και το θέατρο, αλλά και μια κοινή διαμαρτυρία κατά ενός διάφορου θέατρου του παράλογου, των Bush και Blaire, τζούνιορ και σούπερ τζούνιορ.

Το 2002, ένα άλλο έτος κρίσεως, τον βρίσκει όρθιο, προ μιας νέας αρχής του, ή καθιστόν, προ του γραφείου του, γράφοντα τον τρίτο απόκρυφο τόμο της Κενής Διαθήκης του, κι απέ κι άλλο θέατρο.

Τα Θεατρικά του έργα έχουν δημοσιευτεί σε δύο ογκώδεις τόμους το 2002, και το 2018 σε επανέκδοσή τους, από τα Ελληνικά Γράμματα, στη σειρά «Τα Θεατρικά» του Δημήτρη Τσατσούλη. Έκτοτε έχει ξαναγράψει την «Εννάτη», μια κλωνοποιημένη θεατροποίηση της δικής του «Ενάτης Εντολής» η οποία παρουσιάστηκε από την Μάγια Λυμπεροπούλου στην Πειραματική Σκηνή του Στάθη Λιβαθινού στο Εθνικό Θέατρο. Και «πρωτογράψει» χωρίς να έχει παρουσιαστεί ακόμα το «Θού Κύριε Φυλακήν» μια τρίπρακτος θεατρική πρόκλησις, με 16 γυναίκες και 4 άντρες τον Φρανσουά Βιγιόν, τον Καραβάτζιο, τον Μαρκί νε Σαντ και τον Ζαν Ζενέ, που έχουν περάσει όλες και όλοι, μέρος από την ζωή τους στη φυλακή. (Το «Θού Κύριε Φυλακήν» είναι γραμμένο σε στίχο).  Δουλεύει και τελειώνει τώρα τους «Αυτοεξόριστους», εν ανυπολόγιστον άπρακτον εις πολλάς πράξεις στο οποίο πρωταγωνιστούν ένα Κομπιούτερας, ένας Μέγας Υπολογιστής, μια Θηλυκή Πλαγγών, ένας Διασωληνομένος και ένας Νεονόβιος. Μόλις τελείωσε επίσης «Το Γαμοπίλαφο» ή «Περιμένοντας την Βήτα», ένα ψηφιακό μεταπλατωνικό θεατρικό συμπόσιο εις δύο πράξεις με τέσσερα πρόσωπα, τον Άλφα, τον Γάμα, την Βήτα και την Δημητρούλα, έναν «δορυφόρο» τιμής, του Πάρι Τακόπουλου, στον Σάμιουελ Μπέκετ.

Στη συνέχεια αποφασίζει να γράψει ένα βιβλίο βοήθημα προς τους αναγνώστες της Κενής του Διαθήκης,  «Η Κενή Μου Διαθήκη δι’Αναρχαρίους», στο οποίο εξηγεί όπως ο ίδιος γράφει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου : «Τι εστί και προς τι, και προς τίνας καταπευθύνεται «ούτιος» ο ανακατανόητος οδύσσειος παραλογισμός μου;», καθώς επίσης και το πώς κατενόησαν το κείμενο της Κενής Διαθήκης  εκείνοι που «δεν» το διάβασαν.

Το 2017 εκδίδεται το βιβλίο «Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο φίλος μου και ο πολιτικός, αυτός ο άγνωστός σας» από τις εκδόσεις Καλλιγράφος,  ένα έργο το οποίο το δούλευε χρόνια και περιγράφει τα όσα έζησε ο Πάρις Τακόπουλος δίπλα στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο ως διερμηνεύς του από το 1953, που ξεκίνησε την θητεία του, και έληξε, ως φίλος πλέον, στις 11 Σεπτεμβρίου 1986, ημέρα που απεβίωσε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος.

Τα υπόλοιπα είναι ο χωρίς σιωπή τρίτος και όχι τελευταίος τόμος της Κενής Διαθήκης του.

Ο Πάρις Τακόπουλος αν και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην πλατεία Αγάμων, ήταν παντρεμένος με την Μαρίνα Προυσιάνου. Έζησαν μαζί στο σπίτι τους στο Νέο Ψυχικό μέχρι το πρωί της 3ης Μαῒου του 2020 ημέρα Κυριακή, όπου απλά και ήρεμα ο Πάρις δεν ξύπνησε.

LOGIN